4 Ιουλίου ανέβηκα στο οροπέδιο των Μουσών, είχα ανέβει πολλές φορές έως τότε στον Όλυμπο αλλά καμία ανάβαση έως τότε δεν ήταν όμοια. Ανέβηκα για να ζήσω στο βουνό, και να κάνω προπόνηση, με ότι αυτό συνεπάγεται, χωρίς να ξέρω το πόσο θα μείνω. Έμεινα 50 μέρες συνεχόμενες, και με ένα διάλλειμα μιας βδομάδας ξανά επέστρεψα για άλλες 20.


Η ζωή στο υψόμετρο είναι απλή αλλά πολύ όμορφη, συγκεκριμένα στα 2.648 υψόμετρο, η σκηνή μου ήταν στο Οροπέδιο, κάθε μέρα ερχόταν κόσμος από όλα τα μέρη της γης, γνώρισα κόσμο ιδιαίτερο, ο καθένας με τις δικιές του ιδεολογίες και απόψεις, άλλοι ανέβαιναν στο βουνό για θρησκευτικούς λόγους, άλλοι για να φωτογραφίσουν και να κινηματογραφήσουνε τα αστέρια, άλλοι γιατί πιστεύουν σε περίεργες δυνάμεις, αλπινιστές που έχουν ανεβεί τα ψηλότερα βουνά του κόσμου, χίπιδες, παγανιστές και φυσιολάτρες, αθλητές υψηλού επιπέδου σε αναρρίχηση, τρέξιμο, ορειβασία, σκι, και απλός καθημερινός κόσμος που δεν είχε ξανά περπατήσει ποτέ του στο βουνό.

Άλλοι έμεναν στο ζεστό καταφύγιο, και άλλοι κατασκήνωναν έξω στο οροπέδιο. Οι συνθήκες δεν ήταν πάντα ιδανικές. Υπήρχαν μέρες που είχε -3 βαθμούς και βράδια με πολύ ομίχλη που δεν έβλεπες ούτε την σκηνή σου από απόσταση ενός μέτρου. Το ίδιο συνέβαινε και σε όλες τις ώρες της μέρας, από εκεί που έβλεπες το Στεφάνι, σε κλάσματα δευτερολέπτου το κάλυπτε ένα κύμα σύννεφου. Τα πρωινά είχε γύρω στους 12 βαθμούς, και αυτή ήταν εξαιρετική θερμοκρασία!

Η καθημερινότητα μου ήταν η ίδια αλλά ποτέ επαναλαμβανόμενη, ξύπναγα το πρωί και πήγαινα για προπόνηση, σχεδόν πάντα μόνη μου, κάθε φορά σε διαφορετικό μονοπάτι, τις Δευτέρες είχα πάντα long run όπου έκανα μια μεγάλη βόλτα προς τις κορυφές Σκάλα, Σκολιό, Άγιος Αντώνιος, Κεοαχ και στη συνέχεια κατέβαινα Πριόνια από τα Ζωνάρια και ανέβαινα από Γομαροστάλι. Ήταν η αγαπημένη μου βόλτα, αλλά τα μονοπάτια που πήγαινα συχνά και μου άρεσαν είναι η Γκορτσιά, το Λιβαδάκι, Πριόνια-Πετρόστρουγκα και οι κορυφές Πρ.Ηλίας και Τούμπα. Και έτσι ψάχνοντας έμαθα το βουνό, τις κορυφές και τα μονοπάτια. Ήρθαν πολλοί φίλοι μου να δουν εμένα και το βουνό όπου και έμειναν σε αντίσκηνα και στα καταφύγια, πήγαμε μαζί ωραίες προπονήσεις και βόλτες και είδαμε Ανατολή και Δύση στις γύρω κορυφές.


Αυτό που λάτρεψα ήταν τα πολλά σκυλάκια που ερχόντουσαν καθημερινά, πολλές φορές με ακολουθούσαν σε όλη μου την προπόνηση, την μια μέρα κοιμόντουσαν σε εμάς και την άλλη στα Πριόνια, ήταν καμία 10αρια που γύρναγαν το βουνό και ανέβαιναν ακόμα και τον Μύτικα όταν έβρισκαν ανθρώπους, απλά τους ακολουθούσαν. Μια μέρα στην προπόνηση μου βρήκα την Νιάλα, έτσι την λέγαμε, με ακολούθησε στην διαδρομή Γκορτσιά-Πριόνια-Ζολώτα και όποτε πήγαινα πιο αργά στις ανηφόρες με περίμενε με τη γλώσσα έξω, αλλά την έχασα κάπου στην διαδρομή γιατί επέλεξε άλλο μονοπάτι από εμένα. Το επόμενο πρωί με περίμενε στο καταφύγιο όταν ξύπνησα. Επίσης τα αγριοκάτσικα είναι αξιοσημείωτο κομμάτι του βουνού. Τα λένε rupicapra και ζουν μόνο εδώ. Τα τελευταία χρόνια έχουν συμφιλιωθεί πολύ με τον άνθρωπο μιας και τον βλέπουν από Μάιο-Νοέμβριο και σε αφήνουν να τα πλησιάσεις έως 5-10 μέτρα μέχρι να εκτιναχτούν σαν σφεντόνα. Είναι τρομερά εντυπωσιακός ο τρόπος με τον όποιον τρέχουν, λες και είναι η τέλεια σχεδιασμένη δρομική μηχανή, κατεβαίνουν σαθρές κατηφόρες και σκαρφαλώνουν λούκια που κάτω έχει 1.000 μέτρα γκρεμό, μπορεί να τα δεις ακόμα και στο Κολωνάκι του Μύτικα. Μωρά Αγριογούρουνα έβλεπα σχεδόν πάντα στο Γομαροστάλι και στα πιο χαμηλά έβλεπα και αλεπούδες.

Τα βράδια όταν είχε διαύγεια μπορούσες να δεις τα πάντα, όλα τα φώτα από τις γύρω πόλεις και χωριά, έβλεπες το κάθε αστέρι να λάμπει και όταν είχε πανσέληνο δεν χρειαζόσουν καν φακό. Το πιο εντυπωσιακό είναι οι κεραυνοί που φαινόντουσαν, όταν είχε άστατο καιρό, μπορεί να ήταν από εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά αλλά φαινόταν τόσο δυνατό το φως!

Η κάθε μου ανάβαση στον Μύτικα ήταν μοναδική, άλλες φορές με φίλους, άλλες μόνη, είτε με τέλεια διαύγεια είτε με σύννεφα από κάτω, δένονται όλα γύρω σου τόσο εκπληκτικά, νιώθεις τόσο μικρός μπροστά στον κόσμο και παράλληλα τόσο μεγάλος. Τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου είχε κακοκαιρία και καθημερινή βροχή με χαλάζι, η υγρασία ήταν στα ύψη, μάλιστα είχε ρίξει το λεγόμενο χιονοχάλαζο όπως και το ονόμασαν και όλο το Στεφάνι είχε ντυθεί στα κάτασπρα. Μέσα Αυγούστου κατέβηκα από το βουνό για έναν αγώνα, όταν ξανά ανέβηκα, ανέβηκα από Λιτόχωρο-Οροπέδιο από direct μονοπάτια και ήταν κάτι διαφορετικό. Αρχές Σεπτεμβρίου κατέβηκα από το βουνό μιας και οι συνθήκες δεν ήταν πλέον ευνοϊκές , έτρεξα τον ορειβατικό Μαραθώνιο Ολύμπου και έκτοτε ανεβαίνω πολύ συχνά στον Όλυμπο καθώς αποτελεί γνώριμο και οικείο βουνό για εμένα.

Μέσα σε αυτούς τους μήνες έκανα συζητήσεις με πολύ κόσμο, με ανθρώπους που έχουν μεγαλώσει σε χωριά μακριά από το χάος της πόλης. Πολλά από αυτά τα παιδιά είχαν μεγαλώσει στους πρόποδες του Ολύμπου και είχαν τις δικές τους καλλιέργειες. Έμαθα πολλά για τα ζώα, την κτηνοτροφία, την καλλιέργεια, την γεωγραφία της Ελλάδος κ.α. και μπορεί να έχουν περάσει κάποιοι μήνες από όταν κατέβηκα, αλλά συνεχίζω να παίρνω μαθήματα ζωής από εκείνη μου την εμπειρία.

Αντιγόνη σε ευχαριστούμε για το ταξίδι και τη διαμονή! Μέσα από την εμπειρία που μοιράστηκες μαζί μας ανεβήκαμε μαζί σου στην κορυφή της Ελλάδας, κοιμηθήκαμε κάτω από τα αστέρια στο οροπέδιο των Μουσών και ξυπνήσαμε με τις πρώτες ακτίνες του ήλιου! Καλές διαδρομές Αντιγόνη, καλή επιτυχία στους αγώνες σου!